Ρήξη Χιαστού
Η ρήξη του πρόσθιου χιαστού συνδέσμου είναι ένας από τους πιο συχνούς αθλητικούς τραυματισμούς στο γόνατο. Παρατηρείται πιο συχνά σε αθλητές ποδοσφαίρου, σκι, μπάσκετ, βόλεϊ, χάντμπολ και γενικώς, σε αθλητές που συμμετέχουν σε αθλήματα επαφής και σε αθλήματα με αιφνίδια αλλαγή κατεύθυνσης.
Παλαιότερα, η ρήξη χιαστού αποτελούσε τον εφιάλτη του αθλητή αφού μπορεί να σήμαινε το τέλος της αθλητικής του καριέρας. Με τις σύγχρονες όμως χειρουργικές τεχνικές, το γόνατο μπορεί να σταθεροποιηθεί πλήρως και ο ασθενής να επανέλθει στις πρότερες αθλητικές του δραστηριότητες μετά από μία περίοδο αποθεραπείας.
Παρακάτω, δίνουμε απαντήσεις στις πιο συχνές ερωτήσεις σας.
1. Τι είναι ο πρόσθιος χιαστός και πώς τραυματίζεται ;
Ο πρόσθιος χιαστός σύνδεσμος μαζί με τον οπίσθιο χιαστό, τους πλάγιους συνδέσμους και τους μύες του μηρού είναι τα κύρια σταθεροποιητικά στοιχεία του γόνατος. Συμμετέχει στον έλεγχο των κινήσεων της άρθρωσης, προστατεύει το γόνατο από την υπερέκταση, εμποδίζει την πρόσθια μετατόπιση της κνήμης σε σχέση με τον μηρό και συμμετέχει στη στροφική σταθερότητα του γόνατος.
Η ρήξη (τραυματισμός) του πρόσθιου χιαστού συμβαίνει με τους παρακάτω μηχανισμούς:
- Κατά την απότομη αλλαγή κατεύθυνσης του αθλητή
- Όταν ο αθλητής σταματήσει ή επιβραδύνει απότομα
- Κατά την ανώμαλη προσγείωση μετά από ένα άλμα ή πτώση
- Από άμεση πλήξη, συνήθως κατά τη σύγκρουση με κάποιον συναθλητή του
- Από αιφνίδια στροφική κάκωση, όπως όταν κολλήσει στο χιόνι το πέδιλο του σκι
2. Ισχύει ότι η ρήξη χιαστού είναι πιο συχνή στις γυναίκες;
Ναι, ισχύει. Βάσει αρκετών μελετών οι γυναίκες αθλήτριες εμφανίζουν υψηλότερο ποσοστό ρήξης του πρόσθιου χιαστού συγκριτικά με τους άντρες αθλητές του ίδιου αγωνίσματος. Ως πιθανά αίτια έχουν προταθεί ανατομικές διαφορές που αφορούν τη λεκάνη, η διαφορετική ευθυγράμμιση των κάτω άκρων, διαφορές στη μυϊκή ισχύ και στο νευρομυϊκό έλεγχο, η αυξημένη χαλαρότητα των γυναικείων συνδέσμων και η επίδραση των οιστρογόνων σε αυτούς.
3.Προλαμβάνεται η ρήξη χιαστού;
Ναι, μπορεί κατά ένα μεγάλο ποσοστό να προληφθεί, ακολουθώντας ειδικά σχεδιασμένα προπονητικά προγράμματα που επικεντρώνονται στον κατάλληλο νευρομυικό έλεγχο του γόνατος. Τα προγράμματα αυτά περιλαμβάνουν πλειομετρικές ασκήσεις, ασκήσεις ισορροπίας και ενδυνάμωσης-σταθερότητας τα οποία πρέπει να εφαρμόζονται σε σταθερή βάση και όχι μόνο την περίοδο της προετοιμασίας του αθλητή.
4.Πώς καταλαβαίνεις τη ρήξη χιαστού ;
Κατά τη ρήξη, ο αθλητής μπορεί να αισθανθεί ή να ακούσει ένα «κρακ» κι αμέσως, να νιώσει το γόνατό του να μην τον κρατάει. Συνήθως,το γόνατο πρήζεται και πονάει άμεσα μετά τον τραυματισμό ή μέσα στο πρώτο 24ωρο ενώ μειώνεται και το εύρος της κίνησης της άρθρωσης. Προοδευτικά μετά από κάποιες εβδομάδες και με συντηρητική αντιμετώπιση, τα συμπτώματα υποχωρούν και ο ασθενής, εφόσον δεν αθλείται, μπορεί να επιστρέψει στις λοιπές καθημερινές του δραστηριότητες, χωρίς ιδιαίτερες ενοχλήσεις.
5.Πώς γίνεται η διάγνωση;
Βασίζεται στο λεπτομερές ιστορικό του τραυματισμού, τον μηχανισμό της βλάβης, τα συμπτώματα και την κλινική εξέταση. Ο ορθοπαιδικός θα ελέγξει τη σταθερότητα του γόνατος με ειδικά κλινικά τεστ. Η ακτινογραφία του γόνατος μπορεί να απεικονίσει τυχόν συνοδά κατάγματα ενώ η μαγνητική τομογραφία θα επιβεβαιώσει τη διάγνωση και θα αναδείξει τυχόν συνυπάρχουσες κακώσεις. Στις μισές περίπου περιπτώσεις ρήξης πρόσθιου χιαστού, συνυπάρχουν κακώσεις και άλλων στοιχείων του γόνατος όπως των μηνίσκων, του αρθρικού χόνδρου ή άλλων συνδέσμων καθώς και οστικά οιδήματα.
6.Ποια ειναι η «σωστή» θεραπεία;
Η «σωστή» θεραπευτική αντιμετώπιση, συντηρητική ή χειρουργική, είναι διαφορετική για τον κάθε ασθενή και εξαρτάται απο τις μοναδικές ανάγκες του. Ο εξειδικευμένος ορθοπαιδικός χειρουργός θα αποφασίσει για το είδος της θεραπείας, λαμβάνοντας υπόψη για τον κάθε ασθενή:
- την ηλικία του
- τις καθημερινές του απαιτήσεις
- το είδος της εργασίας του
- τις αθλητικές του δραστηριότητες
- τις τυχόν συνυπάρχουσες κακώσεις
- τον βαθμό της αστάθειας που του προκαλεί η ρήξη
7. Ποια ειναι η συντηρητική θεραπεία και πότε ενδείκνυται;
Η συντηρητική θεραπεία περιλαμβάνει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα αποκατάστασης με ασκήσεις ενδυνάμωσης και ιδιοδεκτικότητας (ισορροπίας) με τη βοήθεια εξειδικευμένου φυσικοθεραπευτή. Μπορεί να έχει σχετικά καλά αποτέλεσματα σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας που δεν εμφανίζουν συμπτώματα σημαντικής αστάθειας, δεν αθλούνται και γενικά, έχουν χαμηλό επίπεδο δραστηριότητας. Ενδείκνυται επίσης, σε ασθενείς των οποίων τα γόνατα έχουν ήδη αναπτύξει αρθρίτιδα.
8. Πότε συνιστάται χειρουργική αντιμετώπιση ;
Σε νεαρούς αθλητές και σε δραστήρια άτομα, με πλήρη ρήξη του χιαστού, η συντηρητική αντιμέτωπιση αποδεικνύεται ανεπαρκής. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο πρόσθιος χιαστός σύνδεσμος έχει μικρή επουλωτική ικανότητα σε αντίθεση με άλλους συνδέσμους, η αστάθεια του γόνατος συνήθως παραμένει και η λειτουργία του δεν αποκαθίσταται. Στην περίπτωση μάλιστα του αθλητή που θέλει να επιστρέψει στις αθλητικές του δραστηριότητες αμέσως μόλις περάσει η οξεία φάση, η αστάθεια μπορεί να προκαλέσει νέους, σοβαρούς τραυματισμούς στο γόνατο, όπως ρήξη των μηνίσκων και βλάβη του χόνδρου.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, συνιστάται η χειρουργική αντιμετώπιση που στόχο έχει να αποκαταστήσει πλήρως τη σταθερότητα του γόνατος ώστε να μπορεί ο ασθενής να επιστρέψει στο πρότερο επίπεδο δραστηριότητας.
9.Πώς γινεται η επέμβαση;
Ο ορθοπαιδικός χειρουργός θα αντικαταστήσει τον πρόσθιο χιαστό συνδεσμο (συνδεσμοπλαστική) που υπέστη ρήξη, με αυτόλογο μόσχευμα (από τον ίδιο τον ασθενή). Η επέμβαση γίνεται με αρθροσκόπηση, ελάχιστα επεμβατική τεχνική, δια μέσου οπών λίγων χιλιοστών.
Συγκεκριμένα, στη θέση του κομμένου πρόσθιου χιαστού, τοποθετεί τένοντες (μόσχευμα) από το γόνατο του ασθενούς. Συνήθως, πρόκειται για τένοντες των οπισθίων μηριαίων μυών, τμήμα του επιγονατιδικού τένοντα ή σπανιότερα, του τένοντα του τετρακεφάλου. Σε πολύ ειδικές περιπτώσεις και ιδίως όταν υπάρχουν ρήξεις πολλών συνδέσμων, μπορεί να χρησιμοποιηθούν συνθετικά μοσχεύματα.
Η επιλογή του μοσχεύματος είναι πάντα εξατομικευμένη και η σωστή προετοιμασία του ειναι σημαντική για την καλή ενσωμάτωσή του και την μέγιστη ισχύ.
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μεγάλη εξέλιξη στις τεχνικές της συνδεσμοπλαστικής του πρόσθιου χιαστού συνδέσμου. Εφαρμόζονται διάφορες τεχνικές όπως μονής, διπλής ή τετραπλής δέσμης τενόντων καθώς και διαφορετικές μέθοδοι σταθεροποίησης (συγκράτησης) του μοσχεύματος.
Στη διάρκεια της επέμβασης, ο χειρουργός μπορεί να επιδιορθώσει επιπλέον και τυχόν συνυπάρχουσες βλάβες που θα διαγνώσει. Λίγες ώρες μετά την επέμβαση, ο ασθενής μπορεί να σηκωθεί, με τη βοήθεια ενός λειτουργικού κηδεμόνα ή βακτηριών και να επιστρέψει σπίτι του.
Στη συνέχεια, οι βιολογικές θεραπείες με βλαστοκύτταρα και PRP μπορεί να ενισχύσουν και να επιταχύνουν την επούλωση και ενσωμάτωση του μοσχεύματος.
10.Υπάρχει δυνατότητα συρραφής του πρόσθιου χιαστού;
Παλιότερες μελέτες με συρραφή του ραγέντος συνδέσμου αντί για αντικατάστασή του με μόσχευμα, δεν παρουσίαζαν καλά αποτελέσματα. Πρόσφατα, έχει αναζωπυρωθεί το ενδιαφέρον, ειδικά σε συγκεκριμένες περιπτώσεις ρήξεων που αφορούν την αποκόλληση του χιαστού από την μηριαία πρόσφυση λόγω του οτι υπάρχει καλύτερη αιμάτωση (και μεγαλύτερη ικανότητα επούλωσης) στο εγγύς τμήμα του συνδέσμου. Οι σχετικές όμως μελέτες είναι ακόμα υπό εξέλιξη.
11.Ποιος είναι ο χρόνος αποκατάστασης μετά το χειρουργείο;
Η μετεγχειρητική αποκατάσταση είναι ένα αναπόσπαστο και πολύ σημαντικό μέρος της διαδικασίας επανόδου του ασθενούς στις δραστηριότητες του. Η φυσικοθεραπεία επικεντρώνεται αρχικά, στην ανάκτηση του πλήρους εύρους κίνησης της άρθρωσης του γόνατος και την αποφυγή περαιτέρω απώλειας μυϊκής μάζας. Στη συνέχεια, περιλαμβάνει ασκήσεις ενδυνάμωσης, ειδικά διαμορφωμένες ώστε να προστατέψουν τον καινούργιο σύνδεσμο. Στην τελική φάση, εξειδικευμένες ασκήσεις για την επανένταξη του ασθενούς στο άθλημά του.
Η αποκατάσταση είναι μια μακρά και συχνά στρεσογόνο διαδικασία για τον αθλητή. Θα πρέπει να έχει ψυχικό σθένος και να επιδείξει προσήλωση στο εντατικό πρόγραμμα φυσικοθεραπείας που ακολουθεί ώστε να έχει θετικά αποτελέσματα.
Αν και η επιστροφή στις καθημερινές δραστηρότητες είναι ταχεία, η πλήρης επιστροφή σε αγωνιστική αθλητική δραστηριότητα δεν πρέπει να γίνεται πριν από τους 6 μήνες .